Μαζί με την υγειονομική κρίση, την πανδημία, βιώνουμε πλέον και δύο άλλες καθοριστικές για το μέλλον των κοινωνιών μας κρίσεις: την μαζική εξαφάνιση ειδών (mass extinction) και την υπερθέρμανση του πλανήτη, με τεράστιες συνέπειες τόσο για την ανθρώπινη ευημερία όσο και για την υγεία.
Οι δύο αυτές κρίσεις, εξελίσσονται με πολύ μεγάλη ταχύτητα και δεν φαίνεται πλέον να έχουμε μπροστά μας επαρκή χρόνο για να αντιμετωπίσουμε τόσο την απώλεια βιοποικιλότητας όσο και την κλιματική κρίση, η οποία εξελίσσεται σε κατάσταση έκτακτης ανάγκης. Δεν είναι τυχαίο που πάνω από 1000 περιφέρειες, πόλεις και χώρες έχουν κηρύξει κατάσταση ανάγκης λόγω κλιματικής κρίσης (climate emegercy).
Έχουμε μπροστά μας λιγότερο από 19 χρόνια για να πετύχουμε κάτι που υπό κανονικές συνθήκες θα μας έπαιρνε δεκαετίες. Πρέπει να κάνουμε πολύ περισσότερα για την προστασία και την αποκατάσταση των φυσικών οικοτόπων αλλά και την προστασία του κλίματος και πρέπει να το κάνουμε τώρα, όχι να αναφερόμαστε μόνο στο 2030, στο 2040 ή στο 2050.
Με τη μέση θερμοκρασία του πλανήτη να έχει ανέβει ήδη κατά 1-1,2 βαθμούς Κελσίου, πρέπει ΑΠΟ ΣΗΜΕΡΑ μέχρι το 2030 να έχουμε απαλλαγεί από τα ορυκτά καύσιμα που χρησιμοποιούμε για παραγωγή ηλεκτρικής ενέργειας – κατά τουλάχιστον 80%– και ΑΠΟ ΣΗΜΕΡΑ μέχρι το 2040 να έχουμε απαλλαγεί πλήρως από τα ορυκτά καύσιμα σε κάθε δραστηριότητα που απαιτεί κατανάλωση ενέργειας (κτίρια, μεταφορές, παραγωγή προϊόντων, συνολικά στην οικονομία).
Αυτό δεν θα εμποδίσει την άνοδο της μέσης θερμοκρασίας – είναι πλέον πολύ αργά για κάτι τέτοιο – αλλά θα μπορέσει να συγκρατήσει την ένταση της κλιματικής κρίσης, περιορίζοντας την άνοδο της θερμοκρασίας στους 1,5 έως 2 βαθμούς Κελσίου. Δυστυχώς με το σημερινό ρυθμό αντίδρασής μας η άνοδος της μέσης θερμοκρασίας θα φτάσει τους +2,5 έως 6 βαθμούς Κελσίου, κάτι που θα σημάνει και το τέλος του πολιτισμού όπως τον ξέρουμε σήμερα, όχι μόνο της οικονομίας.
H εξαφάνιση των δασών στον Αμαζόνιο ή οι άγριες πυρκαγιές ακόμα και σε χώρες με δάση που δεν καίγονταν, η μείωση πληθυσμών διαφόρων ειδών στη θάλασσα όπως οι φάλαινες ή η καταστροφή των κοραλλιογενών υφάλων ή της Ποσειδωνίας (θαλάσσια λιβάδια) έχουν επιπτώσεις όχι μόνο στη βιοποικιλότητα αλλά και στην εξέλιξη της κλιματικής κρίσης.
Αυτοί οι κίνδυνοι αποτελούν όμως και μια μεγάλη πρόκληση για να σκεφθούμε και να δράσουμε διαφορετικά, προωθώντας αλλαγές που θα μετριάσουν την κρίση και σε βάθος χρόνου θα δώσουν τη δυνατότητα επανάκαμψης και ενίσχυσης της ανθεκτικότητάς μας απέναντι στις κρίσεις. Ίσως η πανδημία είναι μια τελευταία προειδοποίηση ότι είναι η ώρα των λογικών, ισορροπημένων, δίκαιων αλλαγών για μια βιώσιμη ευημερία, για ένα υγιή πλανήτη, για μια οικονομία δίκαιη και κλιματικά ουδέτερη.
Ποτέ δεν είναι αργά, πριν είναι αργά. Βλέποντας την φωτεινή πλευρά του θέματος, έχουμε μια μοναδική ευκαιρία για συνέργειες ώστε να αντιμετωπίσουμε ταυτοχρόνως και την οικολογική κρίση και την κλιματική κρίση και τις επόμενες υγειονομικές κρίσεις. Η αποκατάσταση του οικοσυστήματος είναι μια χρυσή ευκαιρία για την αποκατάσταση της βιοποικιλότητας, την καταπολέμηση της κλιματικής αλλαγής και τη βελτίωση της ανθρώπινης υγείας, σύμφωνα με μια σημαντική έκθεση του ΟΗΕ. Και από την άλλη, η προστασία του κλίματος πρέπει να γίνει με εκείνες τις στρατηγικές και με εκείνη τα μέτρα που θα συμβάλλουν ταυτοχρόνως στην ανάκαμψη της βιοποικιλότητας και στην αντιμετώπιση της οικολογικής κρίσης.
Μια κοινή έκθεση της Διακυβερνητικής Πλατφόρμας Επιστήμης-Πολιτικής για τη Βιοποικιλότητα και τις Υπηρεσίες Οικοσυστήματος (IPBES) και του Διακυβερνητικού Πάνελ για την Κλιματική Αλλαγή (IPCC) – ουσιαστικά μια κοινή έκθεση από τους κορυφαίους επιστήμονες της βιοποικιλότητας και του κλίματος στον κόσμο – που δημοσιεύθηκε στις 10 Ιουνίου επιβεβαιώνει τη σημασία της συνέργειας λύσεων τόσο για τη βιοποικιλότητα όσο και την κλιματική κρίση.
Η έκθεση διαπιστώνει ότι ενώ «οι προσεγγίσεις διατήρησης της βιοποικιλότητας, όπως οι προστατευόμενες περιοχές, ήταν απαραίτητες για τις επιτυχίες μέχρι σήμερα, δεν είναι πλέον επαρκείς για να αναχαιτίσουν την απώλεια της βιοποικιλότητας σε παγκόσμια κλίμακα». Ως αποτέλεσμα, η αντιστροφή της απώλειας και της υποβάθμισης των οικοσυστημάτων και της βιοποικιλότητας στη ξηρά και στη θάλασσα «είναι ύψιστης σημασίας» για τη βιοποικιλότητα, τον μετριασμό της κλιματικής αλλαγής και την προσαρμογή.
Επιπλέον, η έκθεση παρατηρεί ότι η αποκατάσταση των οικοσυστημάτων είναι μεταξύ των φθηνότερων και πιο γρήγορα εφαρμοζόμενων μέτρων που ακολουθούν λύσεις που βασίζονται στη φύση τόσο για την άμβλυνση της κλιματικής κρίσης όσο και για την προσαρμογή των κοινωνιών στα νέα κλιματικά δεδομένα. Επισημαίνει, παράλληλα τις πολλαπλές “υπηρεσίες οικοσυστήματος” που μπορεί να προσφέρει στους ανθρώπους, όπως η επικονίαση, η ρύθμιση των πλημμυρών και η βελτίωση της ποιότητας του νερού.