
του Νίκου Χρυσόγελου
πρόεδρου της ΔΕ του ΑΝΕΜΟΥ ΑΝΑΝΕΩΣΗΣ,
π. ευρωβουλευτή
Σε αντίθεση με την επικρατούσα αντίληψη, τα νησιά είχαν αφθονία φρούτων και προϊόντων διατροφής. Υπάρχουν ακόμα πολλές ποικιλίες που διασώζονται χάρη στην δουλειά κυρίως μερικών γεωργών ή ανθρώπων που κατανοούν τη σημασία της διατήρησης αυτού του γενετικού πλούτου. Σήμερα αυτή η προσπάθεια αποκτάει νέες διαστάσεις στο πλαίσιο
- της στρατηγικής για τη βιοποικιλότητα (που αφορά και την βιοποικιλότητα των ειδών που καλλιεργούνται – γενετική ποικολότητα τοπικών σπόρων),
- της βιώσιμη διαχείριση του φυσικού πλούτου,
- της ενίσχυσης της ανθεκτικότητας απέναντι σε κρίσεις και κινδύνους (διατροφική κρίση, κλιματική καταάρρευση)
- μιας ανθεκτικής και βιώσιμης – οικολογικής γεωργίας
- της διατήρησης και βελτίωσης της υγείας και της πραγματικής ευημερίας των ανθρώπων καθώς και της υγιούς γήρανσης,
- της δημιουργίας νέων πράσινων επαγγελμάτων, ιδιαίτερα στην περιφέρεια και σε τοπικό επίπεδο.
Δυστυχώς σήμερα τα τοπικά είδη είναι παραγνωρισμένα και συχνά άγνωστα. Είναι δεδομένο – όχι μόνο λόγω ανεπάρκειας ποσοτήτων αλλά και αλλαγής καθημερινών συνηθειών αλλά και της άγνοιας που υπάρχει – ότι τα περισσότερα είδη που τρώμε στα νησιά είναι εισαγώμενα και μάλιστα συχνά από πολύ μακριά, με σημαντικό οικολογικό και κλιματικό-ενεργειακό κόστος. Πόσοι έχουν αναζητήσει για παράδειγμα ξερικά καρπούζια, πεπόνια, ξυλάγκουρα, μπουρνέλες, αμύγδαλα, τοπικές ποικιλίες σταφυλιών, άνυδρα σύκα και άλλα στις καλοκαιρινές διακοπές τους; Πόσοι έχουν φάει τοπική (και όχι εισαγώμενη) φάβα, ρεβύθια, αμπελοφάσουλα;
Η σημασία της ανάδειξης τοπικών ποικιλιών είναι μέρος όχι μόνο μιας ανθεκτικής και περιβαλλοντικά σωστής γεωργίας αλλά και των τοπικών πολιτισμών, αυτών που αφορούν τοπική κουζίνα αλλά και γενικότερα. Ανήκει στους πολιτισμούς, την ιστορία και τις παραδόσεις όλου του πλανήτη μια εξαιρετική κληρονομιά φρούτων, λαχανικών (αλλά και κατά προέκταση φυλών ζώων, τυριών, ψωμιών, γλυκών και αλλαντικών).

Δεν είναι μόνο οι παιδικές αναμνήσεις μιας παλιότερης εποχής. Τα φρούτα αυτά στα νησιά είναι “άφθονα” και σε πολλά κείμενα λογοτεχνών με καλοκαιρινές ιστορίες. Διαβάζοντας τα βιβλία που δίνονταν στα τέλη του 19ου αιώνα στα σχολεία, συναντάμε με έκπληξη πληροφορίες για εξαγωγές τρομίμων και ειδών όπως μπαμπάκι και μετάξι από νησιά μας προς άλλες περιοχές. Επίσης, σε λογοτεχνικά βιβλία παλιότερων εποχών συναντάμε αναφορές στα τοπικά φρούτα που “ήταν σε αφθονία και οι νησιώτες το προσέφεραν στους επισκέπτες τους” και «δεν ήξεραν τι να κάνουν τα πολλά φρούτα του καλοκαιριού»!
Όμως, τα φρούτα στα νησιά ήταν αυτά που παράγονταν εκεί επί τόπου κυρίως, ανάλογα με το νησί ή μεταφέρονταν από γειτονικά νησιά, πχ στη Σίφνο πεπόνια από τη Μήλο ή μανταρίνια και πορτοκάλια από τη Χίο.
Αλλά σχεδόν κάθε εποχή είχε τα δικά της φρούτα ή μπορούσαν οι άνθρωποι να διατηρήσουν φρούτα του καλοκαιριού ακόμα και μέχρι τα Χριστούγεννα, χωρίς να έχουν τότε καταψύκτες ή ψυγεία, τόσο με γλυκά και μαρμελάδες που έκαναν αλλά και φρέσκα με κάποιες παραδοσιακές τεχνικές διατήρησής τους που ακολουθούσαν.
Όταν μιλάμε για ντόπιες ποικιλίες και γενετικό πλούτο είναι για αυτές τις γεύσεις, τα αρώματα και είδη που σιγά σιγά χάνονται. Και γινόμαστε πιο φτωχοί καταναλώνοντας στα νησιά ντομάτες από το Βέλγιο, μήλα από Χιλή και σύκα από ποτιστικές καλλιέργειες.
Πολύ σημαντική είναι όμως παράλληλα και η μεταφορά και διάσωση της εμπειρίας και γνώσεων στο τοπικό επίπεδο, διότι η πλούσια αυτή γνώση και εμπειρία χάνονται. Πώς διατηρούσαν αυτόν τον πλούτο δέντρων στα νησιά και μάλιστα πολλά από αυτά – μεταξύ άλλων και η Σίφνος – μπορούσαν να κάνουν και εξαγωγές σε άλλα μέρη;











Έχουμε ξεκινήσει μια ενδιαφέρουσα τέτοια εθελοντική αλλά ελπίζω μακροχρόνια κι αποτελεσματική, ολοκληρωμένη προσπάθεια στη Σίφνο ψάχνοντας το θέμα από τις διαφορετικές όψεις του. Αναζητούμε πρώτα να καταγράψουμε τοπικές ποικιλίες, να μελετηθούν, να ενθαρρυνθεί η έρευνα, να στηριχθούν όσοι/όσες θελήσουν να καλλιεργήσουν για δική τους χρήση ή και για εμπορικούς λόγους παρόμοια είδη.


Ο τουρισμός συνεισφέρει σε εισοδήματα στα νησιά (κι όχι μόνο), αλλά έχει αυξήσει κατακόρυφα τις εισαγωγές, μεταξύ άλλων τροφίμων και φρούτων, ενώ σε πολλές περιπτώσεις έχει οδηγήσει σε εγκατάλειψη της αγροτικής δραστηριότητας. Αυτό σκεφτόμουν στις διακοπές μου μερικά χρόνια πριν όταν άρχισα να ευαισθητοποιούμαι για τα τοπικά είδη. Και όμως, και τότε και σήμερα μαζεύω πεντανόστιμα φρούτα από τους κήπους και τα χωράφια της οικογένειας για να φάμε διότι μερικοί άνθρωποι παλιότερα φρόντιζαν να μπολιάζουν παντού αγριαπιδιές ή και μπουρνελιές και άλλα δέντρα δημιουργώντας μια αφθονία φρούτων που επαρκούσε για την τοπική κοινωνία ολόκληρο το χρόνο. Ακόμα και σήμερα μαζεύω και τρώω μπουρνέλες, το “άγνωστο φρούτο” (είναι πολύ θρεπτικό άγριο δαμάσκηνο), σύκα, σταφύλια, αχλάδια. Και ας μην είμαι αγρότης.
Υπάρχουν πολλά διαφορετικά τοπικά φρούτα και λαχανικά αλλά μπορεί να υπάρξουν και σημαντικές παραγωγές για τις τοπικές ανάγκες, επαν-επενδύοντας στις τοπικές και γευστικές ποικιλίες (δεκάδες τα είδη σταφυλιών και σύκων), ξερικά είδη που είναι προσαρμοσμένα στο περιβάλλον των νησιών (από μικρά ντοματάκια μέχρι καρπούζια και πεπόνια), φραγκόσυκα κα. Εγώ πάντως ως επισκέπτης του νησιού από όπου κατάγομαι τα απόλαυσα όλα αυτά και συνεχίζω να τα απολαμβάνω και να ενισχύω όσο μπορώ αυτές τις προσπάθειες.
Η σημασία των τοπικών ειδών οπαραμένει στο περιθώριο των ελληνικών πολιτικών για τη γεωργία αλλά και της έρευνας ενώ οι τοπικές ποικιλίες έχουν εκτοπιστεί. Παρά τις σημαντικές ενισχύσεις από την ΕΕ για τη γεωργία, ελάχιστο ενδιαφέρον υπάρχει ακόμα και σε επίπεδο έρευνα για τοπικές ποικιλίες δενδροκομικών και κηπευτικών, όπως φαίνεται και από τον κατάλογο των προωθούμενων ποικιλών ανά περιοχή στην Ελλάδα http://www.minagric.gr/…/enimerosiproothisigeorproionton
Επίσης, ο τουρισμός με τη μορφή που αναπτύσσεται ανταγωνίζεται αυτές τις δραστηριότητες, που είναι σημαντικές για την διατροφική ασφάλεια και την διατροφική κουλτούρα, το περιβάλλον και την τοπική οικονομία, με πολλούς τρόπους. Ένα διαφορετικό μοντέλο τουρισμού, πιο βιώσιμο, θα ενθάρρυνε τις συνέργιες τουρισμού, τοπικής παραγωγής και προστασίας περιβάλλοντος προς όφελος όλων και θα βελτίωνε και τα εισοδήματα των γεωργών και ενός πλήθους επαγγελμάτων που μπορούν να αναπτυχθούν στο πλαίσιο ενός μοντέλου βιώσιμης γεωργίας. Δεν μπορεί να αντιμετωπίζουμε όλη τη γη ως οικόπεδο, μπορούμε αντιθέτως να ενισχύσουμε το μοντέλο αγροκτημάτων που είναι επισκέψιμα και οι ενδιαφερόμενοι συμμετέχουν και στην καλλιέργεια και στην συγκομιδή, δίκτυο μαγαζιών που προσφέρουν μόνο τοπικά προϊόντα, τοπική έρευνα και διαμόρφωση στρατηγικής για την ανθεκτικότητα μέσα από την (βιο)ποικιλότητα και στα καλλιεργούμενα είδη. Παρόμοιες καλές πρακτικές υπάρχουν και αποδίδουν. Επίσης, φεστιβάλ γαστρονομίας όπως αυτόπουοργανώνεται στη Σίφνο μπορεί να αποτελέσουν καλή βάση για επανεξοικείωση των ανθρώπων στον πλούτο των τοπικών ποικιλιών και ειδών που έκαναν νόστιμη την κουζίνα, το φαγητό, γιατί ήταν και νόστιμες, γευστικές οι …πρώτες ύλες. Γιαυτό και φέτος συνεργαστήκαμε με τον Πολιτιστικό Σύλλογο Σίφνου για να ενταχθεί η ημερίδα και η συζήτηση για τις τοπικές ποικιλίες, τα τοπικά είδη και την τοπική αγροτική δραστηριότητα (21/9/2022) με το Φεστιβάλ Κυκλαδικής Γαστρονομίας “Νίκος Τσελεμεντές’ που οργανώνεται ξανά στις 22-24 Σεπτεμβρίου στον Αρτεμώνα, Σίφνου. Ελάτε και στα δύο.
Δύσκολη προσπάθεια για προστασία και ανάδειξη αυτού του πλούτου ειδών που έχουμε σε τοπικό επίπεδο αλλά νομίζω το ενδιαφέρον αυξάνεται. Η προσπάθεια αφιερώνεται στο φίλο και εξαιρετικό άνθρωπο και γιατρό της Σίφνου Θωμά Γοζαδίνο, που είχε δείξει εξαιρετικό ενδιαφέρον και οικολογική ευαισθησία για το θέμα, καλλιεργούσε και συγκέντρωνε (και για να μου δώσει) τοπικούς σπόρους από τους γεωργούς κυρίως της Πουλάτης στη Σίφνο.
Φωτογραφίες: Νίκος Χρυσόγελος
