Του Βλάση Οικονόμου
Institute for European Energy and Climate Policy
Το καλοκαίρι του 2021 θα είναι αρκετά έντονο στις διαβουλεύσεις στους Ευρωπαϊκούς θεσμούς καθώς θα συζητηθούν οι αναθεωρήσεις των πολύ σημαντικών Ενεργειακών Οδηγιών (Απόδοσης, Ενεργειακής Απόδοσης Κτιρίων, Κλιματικού Νόμου και άλλες). Ο απώτερος σκοπός είναι να εναρμονιστούν όλες οι Οδηγίες και οι επιμέρους στόχοι και χρονοδιαγράμματα ώστε να επιτευχθεί το 55% μείωσης CO2 που αποφασίστηκε από την Ευρωπαϊκή Επιτροπή. Για τον κτιριακό τομέα, αυτό σημαίνει ότι θα πρέπει να έχει μηδενικό αποτύπωμα το 2050, μειώνοντας κατά 60% (σε σχέση με το 2015) τις εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου.
Ανάμεσα στους στόχους που επικαιροποιούνται, ιδιαίτερη έμφαση έχει δοθεί και στην απανθρακοποίηση της θέρμανσης και ψύξης στον οικιακό τομέα (που αντιστοιχούν στο 68% της ενεργειακής χρήσης των κτιρίων). Με «απανθρακοποίηση» εννοείται η σταδιακή άρση χρήσης ορυκτών καυσίμων (πετρελαίου και φυσικού αερίου κυρίως) και η αντικατάστασή τους με καθαρότερα καύσιμα ή ηλεκτρισμό (όπως αντλίες θερμότητας). Στα πλαίσια της αντικατάστασης αυτής, κυρίαρχο ρόλο έχει η ενεργειακή απόδοση των κτιρίων (όπου τα αναβαθμισμένα κτίρια έχουν λιγότερες ενεργειακές απαιτήσεις) και η αντιμετώπιση της αυξανόμενης ενεργειακής ένδειας (καθώς η αλλαγή σε ενδεχομένως ακριβότερες τεχνολογίες θα μπορούσε να επιφέρει και αύξηση της ένδειας). Στο παρακάτω γράφημα φαίνονται και τα σενάρια χρήσης καυσίμων στα οικιακά κτίρια στην Ευρώπη, όπου σε όλα εξαλείφεται εντελώς η χρήση ορυκτών καυσίμων (επομένως και φυσικού αερίου).
Figure 55 of the Climate Target Plan’s Impact Assessment (2020): Energy demand in residential buildings.
Προκειμένου να αντιμετωπιστούν τα παραπάνω θέματα, οι λύσεις που βρίσκονται αυτό το καλοκαίρι στο τραπέζι και αρκετές έχουν ήδη προαποφασιστεί έως φαίνεται, είναι οι ακόλουθες
- Minimum Energy Performance Standards – Ελάχιστες Απαιτήσεις Ενεργειακής Απόδοσης Κτιρίων
Οι απαιτήσεις αφορούν υφιστάμενα κτίρια για βαθιές ανακαινίσεις προκειμένου να πετύχουν μια υποχρεωτική ελάχιστη ενεργειακή απόδοση σε δεδομένο χρόνο μέσα στο κύκλο ζωής του κτιρίου. Οι απαιτήσεις τίθενται σαν ενεργειακό αποτύπωμα ή ελάχιστα μέτρα ανακαίνισης. Παρά την έλλειψη ενδελεχούς πληροφόρησης για τις απαιτήσεις, το Impact Assessment της Οδηγίας για την Ενεργειακή Απόδοσης των Κτιρίων έδειξε ότι μπορούν να επιτύχουν πολλά ενεργειακά οφέλη και μείωση ενεργειακού κόστους με αύξηση κύκλου εργασιών στην οικοδομή. Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή θα ξεκινήσει τις απαιτήσεις αυτές με παράλληλα χρηματοδοτικά σχήματα (όπως το Κοινωνικό Ταμείο για τη μείωση της ενεργειακής ένδειας). Η Ελλάδα ακόμα βρίσκεται σε χαμηλούς ρυθμούς ανακαίνισης και πρέπει να επενδύσει πολύ περισσότερο από τα υφιστάμενα προγράμματα.
- Σύστημα Εκπομπών Αερίων του Θερμοκηπίου (ΣΕΑθ) για κτίρια
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει έμμεσα αποφασίσει για την είσοδο των κτιρίων στο ΣΕΑΘ σε ένα παράλληλο σχήμα, με εκκίνηση το 2025 και με σύνδεση με το ΣΕΑΘ (που συμπεριλαμβάνει τη βιομηχανία, ηλεκτροπαραγωγή και στο μέλλον και ναυτιλία) το 2030. Το ΣΕΑΘ στα κτίρια θα έχει άμεσες επιπτώσεις στην θέρμανση με ορυκτά καύσιμα (πχ φυσικό αέριο) για τη θέρμανση, καθότι θα αυξήσει τις τιμές τους εκκινώντας από 30 Ε/t CO2 το 2025 με πάνω από 100 Ε/t CO2 το 2030, καθιστώντας το φυσικό αέριο οικονομικά ασύμφορο. Η πίεση στην τιμή θα κάνει τα εναλλακτικά καύσιμα (ΑΠΕ) και αντλίες θερμότητας πολύ ανταγωνιστικότερα – αρκεί να σκεφτούμε ότι πρόσφατα ο Ευρωπαϊκός φορέας αντλιών θερμότητας προέβλεψε μείωση 37% του κόστους υλικών των αντλιών εντός του 2021-2030 με παράλληλη μείωση 50% στα κόστη εγκατάστασης (και αν αναλογιστούμε ότι η αποδοτικότητα των αντλιών με πάνω από 200% σε σχέση με των καυστήρων φυσικού αερίου έως 98%, η διαφορά κόστους θα διευρύνεται). Η Ελλάδα σε αυτό το κομμάτι είναι εντελώς απροετοίμαστη καθώς προσπαθεί να φέρει εντός της τριετίας θέρμανση κατοικιών με ορυκτά καύσιμα με αποτέλεσμα να μην προλάβει να γίνει απόσβεση πριν καταστούν ασύμφορα.
- Σταδιακή κατάργηση καυστήρων φυσικού αερίου και ορυκτών καυσίμων (μείωση καυστήρων ορυκτών καυσίμων)
Η Ευρωπαϊκή Επιτροπή έχει προτείνει την απαγόρευση εγκατάστασης ή πώλησης λεβήτων ορυκτών καυσίμων έως το 2030 (όπως επιβεβαίωσε και η Διεθνής Επιτροπή Ενέργειας – όλοι οι νέοι λέβητες πρέπει να καταργηθούν έως το 2025). Υπάρχει σοβαρό ενδεχόμενο «κλειδώματος» των φτωχών νοικοκυριών με τη χρήση πεπαλαιωμένων τεχνολογιών, καθώς οι αντλίες θερμότητας είναι πιο ακριβές από την άποψη της αρχικής τους επένδυσης, ενώ το κόστος λειτουργίας των αντλιών θερμότητας είναι πιθανό να είναι χαμηλότερο από εκείνο των ορυκτών λεβήτων λόγω της υψηλότερης απόδοσης. Υπάρχει μια συνεχής αναθεώρηση των μέτρων οικολογικού σχεδιασμού και ενεργειακής σήμανσης (ecodesign) για τους λέβητες φυσικού αερίου που πιθανότατα θα οδηγήσουν σε υποβάθμισή τους στις ενεργειακές κλάσεις και απαγόρευση πώλησής τους στην αγορά. Η Ελλάδα σε αυτή τη φάση προωθεί τις εγκαταστάσεις τέτοιων καυστήρων με αποτέλεσμα να αυξάνει το ρίσκο στη νέα οδηγία Ecodesign.
- Δράσεις για ενεργειακή ένδεια
Στα πλαίσια των στόχων της ενεργειακής απόδοσης στους καταναλωτές, υπάρχει ήδη η συζήτηση θέσπισης ενός υπο-στόχου για την καταπολέμηση της ενεργειακής ένδειας με τέτοιες δράσεις. Στο πλαίσιο αυτό, το βασικό μέτρο για την επίτευξη εξοικονόμησης στα νοικοκυριά θα είναι οι ενεργειακές αναβαθμίσεις των κτιρίων, όπου η επιδότηση καυστήρων φυσικού αερίου και ορυκτών καυσίμων δε θα είναι επιλέξιμες για την προσμέτρηση της εξοικονόμησης. Εάν οι επεμβάσεις αφορούν σε ριζικές αναβαθμίσεις, ένα μπόνους 50% επιπλέον εξοικονόμησης θα προσφέρεται στους ενεργειακούς παρόχους ή στις εταιρείες ενεργειακών υπηρεσιών, για να καλύψουν το κόστος τους, καθώς τα φτωχότερα νοικοκυριά δε θα μπορούσαν να προβούν στην επένδυση. Ο λόγος που δε θα είναι επιλέξιμη η μετατροπή καυστήρα πετρελαίου σε φυσικό αέριο είναι ότι οι χώρες που έχουν φυσικό αέριο σαν βασικό καύσιμο θέρμανσης παρουσιάζουν και τον μεγαλύτερο κίνδυνο ενεργειακής ένδειας (καθώς υπερβαίνουν όλους σχεδόν τους δείκτες προσμέτρησης της ένδειας).
Παρατηρώντας λοιπόν αυτές τις αλλαγές που έρχονται εντός των επόμενων 2-3 ετών, το ερώτημα προς την Ελληνική πλευρά είναι ότι μήπως θα έπρεπε τάχιστα να επαναπροσδιορίσουμε τον ενεργειακό σχεδιασμό μας;
Μήπως το θέμα θέρμανσης κτιρίων στην Ελλάδα έχει πάρει μια τροπή, η οποία προκρίνει το φυσικό αέριο σαν λύση, επιδοτώντας μάλιστα καυστήρες μέσω προγραμμάτων όπως το Εξοικονομώ Αυτονομώ, ενώ θα έπρεπε να ακολουθεί τις Ευρωπαϊκές εξελίξεις; Οι επιδοτήσεις σε τέτοιες τεχνολογίες δεν θα είναι επιλέξιμες εφεξής και ειδικά μετά την πίεση των 11 ισχυρών χωρών για τη διακοπή οποιασδήποτε δημόσιας χρηματοδότησης σε ορυκτά καύσιμα.
Η καταδίκη της Ελλάδας στις 9/6 (και τα αντίστοιχα πρόστιμα που ενδεχομένως επιβληθούν) για τη μη εφαρμογή της Ευρωπαϊκής Νομοθεσίας για την Ενεργειακή Απόδοση, μήπως σημαίνει ότι η χώρα δεν ενδιαφέρεται ουσιαστικά για την απανθρακοποίηση της θέρμανσης και της επίλυσης των προβλημάτων;
Ως αντιμετώπιση της ενεργειακής ένδειας σε μεγάλο μέρος των πολιτικών θεωρείται η επιδότηση πετρελαίου, κάτι το οποίο στο μεσοπρόθεσμο διάστημα έχει ακριβώς αντίθετα αποτελέσματα, αντί να είναι οι ουσιαστικές ενεργειακές αναβαθμίσεις των κτιρίων με στόχευση και στα νοικοκυριά που μαστίζονται από την ένδεια. Το Εξοικονομώ-Αυτονομώ στην παρούσα του φάση παραμένει ένα αρκετά μικρό πρόγραμμα σχετικά με τις πραγματικές ανάγκες παρεμβάσεων, ενώ τα προηγούμενα προγράμματα δεν μπόρεσαν να επιτύχουν τους στόχους για την ενεργειακή ένδεια.
Μήπως η συζήτηση για τον Κλιματικό Νόμο θα πρέπει να στραφεί προς την επαναθεώρηση της κατάστασης και προς την εναρμόνιση με την Ευρωπαϊκή πολιτική του 2021 και των νέων εξελίξεων; Η αναθεώρηση του ΕΣΕΚ πρέπει να λάβει σοβαρά υπόψιν τις δομικές αλλαγές που χρειάζονται – οι αποφάσεις προ δεκαετίας δε συνάδουν με τη νέα εποχή και την ενεργειακή μετάβαση. Πρέπει τελικά η απόφαση να είναι καθαρή – αντικαθιστούμε το ένα ορυκτό καύσιμο με άλλο ή πηγαίνουμε μπροστά χρησιμοποιώντας σωστά τους διαθέσιμους πόρους;