Ευρωπαϊκή Πράσινη Συμφωνία και Ελλάδα
Δίκαιη μετάβαση στη μεταλιγνιτική εποχή για τη Δυτική Μακεδονία
Ο Άνεμος Ανανέωσης και το Ίδρυμα Χάινριχ Μπελ Ελλάδας έχουν ξεκινήσει έναν ουσιαστικό διάλογο με ερευνητές, εκπροσώπους επαγγελματικών, κοινωνικών και περιβαλλοντικών φορέων καθώς και ειδικούς για την Πράσινη Συμφωνία (Green Deal) και τι θα σήμαινε αυτή για την Ελλάδα, ιδιαίτερα σε τέσσερις τομείς:
- Κλίμα και ενέργεια
- Αγρο-διατροφικός τομέας
- Κατοικία, πόλη, μετακινήσεις
- Πράσινη χρηματοδότηση
Στόχος είναι να διαμορφωθεί μέσα από μια συστηματική διαβούλευση μια πρόταση για ένα Green Deal που δεν θα αφήνει κανένα/καμία πίσω αλλά και θα συμβάλλει στην δημιουργία ένα νέου παραγωγικού – καταναλωτικού μοντέλου. Στο πλαίσιο αυτό ξεκινάμε την δημοσίευση μιας σειράς άρθρων στα θέματα αυτά.
Τη δίκαιη μετάβαση στη μεταλιγνιτική εποχή για τη Δυτική Μακεδονία και τις επιπτωσεις της διαδικασίας αυτής στην τοπική αγορά εργασίας και στην κοινωνία, αναλύει, σε αυτό το άρθρο, η κα. Μαριάννα Κονδυλίδου, Socio Economic Development Manager της LDK Consultants. Το άρθρο είναι βασισμένο στη μελέτη με τίτλο «Δίκαιη Μετάβαση και Απασχόληση στην Ελλάδα» που συντάχθηκε από την LDK Consultants, για λογαριασμό του WWF Ελλάς και στο σχετικό δελτίο τύπου που δημοσίευσε η WWF Ελλάς.
Το τέλος εποχής για τον Λιγνίτη στην Ελλάδα έφτασε, ανοίγοντας μία παλέτα νέων ευκαιριών για τις λιγνιτικές περιοχές και τη χώρα. Στις 23 Σεπτεμβρίου 2019, από το βήμα της 74ης Γενικής Συνέλευσης των Ηνωμένων Εθνών, ο Έλληνας πρωθυπουργός ανακοίνωσε, μεταξύ άλλων, το κλείσιμο των λιγνιτικών μονάδων παραγωγής ηλεκτρικής ενέργειας σε έναν ορίζοντα μέχρι το 2028 και την αύξηση της παραγωγής ενέργειας από ανανεώσιμες πηγές στο 35% έως το 2030. Το πλαίσιο εξειδικεύτηκε περαιτέρω, με την ανακοίνωση του κλεισίματος όλων των υφιστάμενων λιγνιτικών μονάδων έως το 2023, με εξαίρεση την υπό κατασκευή λιγνιτική μονάδα Πτολεμαΐδα V, που προβλέπεται να παραμείνει σε λειτουργία μέχρι το 2028.
Πρόσφατα η κυβέρνηση παρουσίασε το Σχέδιό της για Δίκαιη Αναπτυξιακή Μετάβαση (ΣΔΑΜ) με το οποίο παρουσιάζει τον τρόπο υλοποίησης αυτής της μετάβασης. Το WWF Ελλάς από την πρώτη στιγμή χαιρέτισε αυτό το πρώτο γενναίο βήμα από την πλευρά της ελληνικής κυβέρνησης, σημειώνοντας πως οι στρατηγικές αποφάσεις που θα ληφθούν τώρα είναι απολύτως καθοριστικές για να επιτευχθεί το κρίσιμο ζητούμενο: ηλεκτρική ενέργεια που προέρχεται κατά 100% από ανανεώσιμες πηγές με μηδενικές εκπομπές αερίων του θερμοκηπίου, το συντομότερο δυνατόν. Ως ελάχιστη, αλλά κρίσιμη συμβολή στη διαδικασία απολιγνιτοποίησης, το WWF Ελλάς θεωρώντας χρέος να συμβάλει με τον καλύτερο δυνατό τρόπο στη δίκαιη μετάβαση των κοινωνιών που επί δεκαετίες υπήρξαν πυλώνες για την ηλεκτροδότηση της χώρας, χρηματοδότησε μια μελέτη για τις επιπτώσεις της διαδικασίας αυτής στην τοπική αγορά εργασίας.
Η μετάβαση σε μια οικονομία χωρίς άνθρακα στην Ευρώπη δεν αποτελεί πλέον ένα άπιαστο σενάριο. Μετά την πολιτική υποστήριξη της κλιματικής ουδετερότητας έως το 2050, καθώς και την υιοθέτηση και παρουσίαση της Πράσινης Συμφωνίας τον Δεκέμβριο του 2019 και του μηχανισμού δίκαιης μετάβασης, ο στόχος μηδενικού άνθρακα έως το 2050 έχει καταστεί πραγματική και συγκεκριμένη ανάγκη, ενώ οι αλλαγές είναι ήδη σε εξέλιξη.
Οι τοπικές κοινωνίες που πλήττονται από αυτές τις αλλαγές, όπως στην Ελλάδα η Περιφέρεια Δυτικής Μακεδονίας (ΠΔΜ) και η Περιφερειακή Ενότητα Αρκαδίας, πρέπει να βοηθηθούν για να οδηγηθούν προς ένα θετικό μοντέλο ανάπτυξης με σεβασμό στο περιβάλλον και νέες βιώσιμες θέσεις εργασίας, ώστε να αποτελέσουν υπόδειγμα σχεδιασμού για άλλες περιοχές. Η ευκαιρία αυτού του νέου σχεδιασμού που με την κατάλληλη χρηματοδότηση από την Ευρωπαϊκή Ένωση μπορεί να γίνει παράδειγμα εφαρμογής, δίνει μία μοναδική ευκαιρία για μια βιώσιμη, δίκαιη και ισότιμη ανάπτυξη, για τις περιοχές αυτές που για χρόνια πλήρωναν το τίμημα της ηλεκτροπαραγωγής για τη χώρα. Η απολιγνιτοποίηση πρέπει και μπορεί να γίνει χωρίς αποκλεισμούς και με σεβασμό στον τόπο και τους ανθρώπους του.
Είναι σαφές ότι ένα μεγάλο μέρος του αναπτυξιακού μοντέλου της περιοχής της Δυτικής Μακεδονίας ήταν προσανατολισμένο στις δραστηριότητες της ΔΕΗ στη περιοχή. Η μελέτη του WWF αναδεικνύει ότι η εταιρία αποτελεί τον μεγαλύτερο εργοδότη της περιοχής απασχολώντας συνολικά 3.614 άτομα (2020), ενώ στο σύνολο των θέσεων απασχόλησης της ΠΔΜ, η συνεισφορά των άμεσων θέσεων απασχόλησης που δημιουργεί η ΔΕΗ, χωρίς να συνεκτιμάται η πολλαπλασιαστική τους συνεισφορά, εκτιμάται στο 6,3%. Επιπλέον, πέραν των θέσεων εργασίας που παρέχει η ΔΕΗ ως εργοδότης, δημιουργεί μέσω των συμβάσεων που υπογράφει με εταιρίες της περιοχής, μια σειρά από επιπλέον άμεσες θέσεις εργασίας στο παραγωγικό της έργο. Έχει υπολογιστεί ότι 1.833 θέσεις εργασίας στο οικοσύστημα αυτό θα υποστούν πλήγμα στο αμέσως επόμενο χρονικό διάστημα.
Λογικά η ανησυχία στην τοπική κοινωνία είναι μεγάλη. Το νέο μοντέλο που παρουσιάζεται στο ΣΔΑΜ περιλαμβάνει μεταξύ άλλων σειρά επενδύσεων σε ΑΠΕ και βιομηχανική παραγωγή, στροφή στον τουρισμό και στον πρωτογενή τομέα.
Οι επενδύσεις αυτές, όμως, αφήνουν ακάλυπτο ένα μεταβατικό διάστημα 2-3 χρόνων και δεν προσφέρουν το είδος των βιώσιμων θέσεων εργασίας που έχει ανάγκη η περιοχή βάση των δεξιοτήτων και άλλων χαρακτηριστικών του εργατικού δυναμικού της περιοχής.
Με βάση τα στοιχεία της μελέτης του WWF Ελλάς, το ανθρώπινο δυναμικό και η διάσταση της αξιοποίησης και αναβάθμισης των δεξιοτήτων αναδεικνύεται σε μείζον ζήτημα, για τη διασφάλιση και ανάπτυξη θέσεων εργασίας και υποστήριξης του μετασχηματισμού του περιφερειακού αλλά και ειδικότερα του τοπικού αναπτυξιακού υποδείγματος.
Παράλληλα, ο ρόλος της ΔΕΗ στη συγκεκριμένη διαδικασία είναι εξαιρετικά κρίσιμος, καθώς η εταιρεία κατέχει μεγάλες εκτάσεις στις λιγνιτικές περιοχές, η χρήση των οποίων ενέχει και μία σημαντική αναπτυξιακή διάσταση σε τοπικό και περιφερειακό επίπεδο, εφόσον υπάρξει συνεργασία (π.χ. για έργα αποκατάστασης, ανάπτυξης ενεργειακής τεχνολογίας, ΑΠΕ μέσω ενεργειακών κοινοτήτων).
Αναλύοντας τα χαρακτηριστικά του εργατικού δυναμικού της περιοχής, και αναγνωρίζοντας την ανάγκη παροχής ρεαλιστικού διεξόδου μέσα από βιώσιμες αναπτυξιακές προτάσεις για τις τοπικές κοινωνίες, η μελέτη δίνει έμφαση σε επενδύσεις Κυκλικής Οικονομίας που έχουν μεγάλη πολλαπλασιαστική επίδραση στις τοπικές αλυσίδες αξίας, και υψηλό δείκτη εργασίας σε συνάφεια με το πληττόμενο δυναμικό της περιοχής. Προτείνει, επίσης, την ενίσχυση συνεργατικών μοντέλων για ΑΠΕ, μέσα από ενεργειακές κοινότητες, για παράδειγμα, αλλά και την εν γένει στήριξη της επιχειρηματικότητας και της συνεργατικότητας με εξωστρεφή χαρακτήρα εκμεταλλευόμενοι την γειτνίαση με άλλες χώρες.
Επιπλέον, το πλέγμα των προτάσεων της μελέτης για τη μετάβαση του προσωπικού που πλήττεται άμεσα (π.χ. η μετάβαση μεγάλου αριθμού οδηγών/χειριστών μηχανημάτων) προτείνεται να σχετίζεται με:
- Απασχόληση στα έργα παροπλισμού (decommissioning) των λιγνιτικών μονάδων και αποκατάστασης των πεδίων.
- Σύζευξη με τον τομέα των κατασκευών (κυρίως δημόσια έργα).
- Υποστήριξη της μετάβασης στη βιομηχανία και σε συγκεκριμένες ενεργειακές δραστηριότητες ΑΠΕ και συνοδευτικές δραστηριότητες αυτών.
- Απασχόληση, κατά ένα ποσοστό, στα έργα κατασκευής υποδομών/επενδύσεων στην περιοχή.
Στο πλαίσιο του πλέγματος προτάσεων της Μελέτης, σημειώνεται, επίσης, με έμφαση ότι το ανθρώπινο δυναμικό θα πρέπει να υποστηριχθεί στη βάση σύγχρονων, στοχευμένων παρεμβάσεων που θα αποτελούν ευδιάκριτο τμήμα του αναπτυξιακού σχεδιασμού και θα συνδέονται άμεσα και με ξεκάθαρο τρόπο με τις λοιπές παρεμβάσεις του. Θα πρέπει, δηλαδή, να αναπτυχθεί ο σχετικός συνεργατικός μηχανισμός διάγνωσης, τα υποστηρικτικά μέσα καθώς και να διασφαλιστούν επαρκείς πόροι, γεγονός που θα πρέπει να αποτυπωθεί εξειδικευμένα στα εδαφικά σχέδια δίκαιης μετάβασης.
Τέλος, ιδιαίτερη αναφορά γίνεται στην ανάγκη συμφωνίας προς αυτό και συνεργασίας όλων των εμπλεκόμενων εταίρων με ξεκάθαρους ρόλους και η ανάπτυξη και λειτουργία ενός συστήματος διακυβέρνησης ευέλικτου και αποτελεσματικού (ροές και αρμοδιότητες). Η συνεισφορά όλων θα πρέπει να είναι συστηματική και να υποστηρίζεται από οδικό χάρτη αναλυτικών ενεργειών. Σημαντικό στοιχείο ως προς αυτό είναι η σωστή αποτύπωση, επιλογή και συμπερίληψη των εμπλεκόμενων φορέων στη διαδικασία σχεδιασμού, υλοποίησης και παρακολούθησης αλλά και του ρόλου που μπορούν να επιτελέσουν για την επιτυχία του εγχειρήματος και των επιμέρους υποστηρικτικών μηχανισμών. Η ενεργός συμμετοχή των τοπικών κοινωνιών είναι σημαντική και θα πρέπει να ενισχυθεί, στη βάση του πλαισίου διακυβέρνησης.